Χτυπώ - ορισμός του χτυπώ από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%87%cf%84%cf%85%cf%80%cf%8e
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
13.799.153.064
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρε��ν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
χτυπώ
Μεταφράσεις
χτυπώ
hit
,
strike
,
beat
,
beaten
,
hurt
,
swat
,
ring
χτυπώ
frapi
χτυπώ
frapper
,
battre
,
heurter
,
sonner
χτυπώ
slaan
,
weerklinken
χτυπώ
يَرِنُّ
,
يُصِيبُ
,
يَنْبِضُ
χτυπώ
bít, udeřit, zvonit
χτυπώ
ramme, ringe, slå
χτυπώ
läuten
,
schlagen
χτυπώ
golpear
,
sonar
,
tocar
χτυπώ
lyödä, soida
χτυπώ
tući, udariti, zvoniti
χτυπώ
battere
,
colpire
,
suonare
χτυπώ
打つ, 続けざまに打つ, 鳴る/鳴らす
χτυπώ
(...을) 때리다, 울리다
χτυπώ
ringe
,
slå
χτυπώ
dzwonić
,
pobić
,
uderzyć
χτυπώ
bater
,
tocar
χτυπώ
бить
,
звенеть
,
ударять
χτυπώ
ringa, slå
χτυπώ
ตี, ส่งเสียงดัง
χτυπώ
çalmak
,
dövmek
,
vurmak
χτυπώ
đánh, đánh đập, reo
χτυπώ
打
,
打击
,
铃响
Πλοηγός λέξεων
?
▲
χτενίζομαι
χτενίζω
χτένισμα
χτες
χτες το βράδυ
χτεσινός
χτήνος
χτήριο
χτίζω
χτίσιμο
χτισμένος
χτίστης
χτίστης τούβλων
χτυπάω
χτυπήμα
χτύπημα
χτύπημα κάτω από τη ζώνη
χτύπησα
Χτύπησα την πλάτη μου
Χτύπησα τον ώμο μου
Χτύπησε
Χτύπησε το πόδι της
Χτύπησε το χέρι του
χτυπητή
χτυπητήρι
χτυπητό
χτυπητός
χτυπιέμαι
χτυποκάρδι
χτύπος
χτυπώ
χτυπώ με το αυτοκίνητο
χυδαία
χυδαίο
χυδαίος
χυδαιότητα
χυλός
χύμα
χυμός
χυμός πορτοκαλιού
χυμός φρούτου
χυμώδης
χύνομαι
χύνω
χύσι
χύσιμο
χυτήριο
χυτός
χυτοσίδηρος
χύτρα
χωλ
χωλαίνω
χώμα
χωματερή
χωματίδα
χωμένος
χωνάκι
χώνευση
χωνευτικό
χωνεύω
χώνεψη
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close