Περπατώ - ορισμός του περπατώ από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%80%ce%b5%cf%81%cf%80%ce%b1%cf%84%cf%8e
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
13.798.912.570
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
περπατώ
Μεταφράσεις
περπατώ
walk
περπατώ
marcher
περπατώ
andar
περπατώ
يَـمْشِي
περπατώ
jít
περπατώ
gå
περπατώ
gehen
περπατώ
caminar
περπατώ
kävellä
περπατώ
šetati
περπατώ
camminare
περπατώ
歩く
περπατώ
걷다
περπατώ
wandelen
περπατώ
gå
περπατώ
chodzić
περπατώ
ходить
περπατώ
gå
περπατώ
เดิน
περπατώ
yürümek
περπατώ
đi bộ
περπατώ
走
Πλοηγός λέξεων
?
▲
περιφρόνηση
περιφρονητέος
περιφρονητικά
περιφρονητική
περιφρονητικό
περιφρονητικός
περιφρονώ
περιφρουρώ
περιχαρής
περιχύνω
περιχύω
περίχωρα
πέρκα
πέρλα
περμανάντ
περμαντάντ
Περνάμε πολύ ωραία
περνάω
περνώ
περνώ να πάρω
περόνη
περονιάζω
περονόσπορος
Περού
περουβιανός
περούκα
περουκίνι
περπατάω
περπάτημα
περπατησιά
περπατώ
Περσεύς
Περσεφόνη
Πέρσης
Περσίδα
περσικά
περσικός
πέρυσι
περυσινή
περυσινό
περυσινός
περφορατέρ
πες
Πεσαβάρ
πεσέτα
πεσιμισμός
πεσιμιστής
πεσιμιστικά
πεσιμίστρια
πέσιμο
πεσκέσι
πεσμένος
πεσόντες
πεσσιμισμός
πεσσός
πέστροφα
πεσών
πέταγμα
πετάγομαι
πετάλι
πεταλίδα
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close