συντρέχω

Μεταφράσεις

συντρέχω

(si'ndrexo)
ρήμα μεταβατικό (ρήμα)
βοηθάω συντρέχω τους άλλους
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Site: Ακολουθούν: Κοινοποιήστε:
Open / Close