συνομιλητής

Μεταφράσεις

συνομιλητής

(sinomili'tis)
ουσιαστικό αρσενικό

συνομιλήτρια

interlocutor (sinomi'litria) θηλυκό
ουσιαστικό
που παίρνει μέρος σε συζήτηση
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Site: Ακολουθούν: Κοινοποιήστε:
Open / Close