Πίστα - ορισμός του πίστα από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%80%ce%af%cf%83%cf%84%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
13.798.611.976
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
πίστα
Αναζητήσεις σχετικές με πίστα:
πιστά
Μεταφράσεις
πίστα
level
,
track
pista
Spur
piste
跟踪
spår
(
'pista
)
ουσιαστικό
θηλυκό
ελεύθερος χώρος που προορίζεται για χορό ή θέαμα
piste
θηλυκό
πίστα χορού
une piste de danse
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
πίνω
πίξελ
πιο
Πιο σιγά!
πιόνι
πίπα
πιπεράτη
πιπεράτο
πιπεράτος
πιπέρι
πιπεριά
πιπερόριζα
πιπερόρριζα
πιπερώνω
πιπίλα
πιπιλάω
πιπιλίζω
πιράνχας
πιρόγα
πιρουέτα
πιρούνι
πιρουνιά
πίρσινγκ
πίσα
πισίνα
πισινή
πισινό
πισινός
πίσσα
πιστά
πίστα
πίστα αγώνων
πίστα αρχαρίων
πίστα πατινάζ
πιστευτός
πιστεύω
πιστή
πίστη
πιστό
πιστολάκι
πιστολάκι για τα μαλλιά
πιστόλι
πιστολιά
πιστόνι
πιστοποιητικό
πιστοποιητικό ασφάλισης
πιστοποιητικό γάμου
πιστοποιητικό γέννησης
πιστοποιητικό υγείας
πιστοποιώ
πιστός
πιστότητα
πιστώνω
πίστωση
πιστωτής
πιστωτική
πιστωτική κάρτα
πιστωτικό
πιστωτικός
πιστωτικός κίνδυνος
πιστώτρια
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close