Δοκιμή - ορισμός του δοκιμή από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b4%ce%bf%ce%ba%ce%b9%ce%bc%ce%ae
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
13.799.185.176
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
δοκιμή
Μεταφράσεις
δοκιμή
trial
,
test
provo
essai
,
tentative
prueba
Test
test
teste
اختبار
test
测试
測試
test
testi
test
ทดสอบ
(
ðoci'mi
)
ουσιαστικό
θηλυκό
1.
έλεγχος
essai
αρσενικό
η δοκιμή νέου οχήματος
l'essai d'un nouveau véhicule
2.
πρόβα
répétition
θηλυκό
κάνω δοκιμές
faire des répétitions répéter
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
δίψα
διψασμένος
Διψάω
διψώ
διωγμός
διώκω
δίωξη
διώροφη
διώροφο
διώροφος
διώρυγα
διώχνω
ΔΚΔ
ΔΝΤ
δόγμα
δογματικός
δογματισμός
δοθιήνας
δοιάκι
δοκάρι
δοκησίσοφος
δοκιμάζομαι
δοκιμάζω
δοκιμασία
δοκιμαστήριο
δοκιμαστική
δοκιμαστική περίοδος
δοκιμαστικό
δοκιμαστικός
δοκιμαστικός σωλήνας
δοκιμή
δοκίμια
δοκίμιο
δόκιμος
δοκός
δόκτορας
δόκτωρ
δολάριο
δόλιος
δολιοφθορά
δολιοφθορέας
δολιχοκεφαλία
δολλάριο
δολομίτης
δολοπλοκία
δόλος
δολοφονία
δολοφονική
δολοφονικό
δολοφονικός
δολοφόνισσα
δολοφόνος
δολοφονώ
δολοφωνία
δόλωμα
δομή
δομικός
Δομινικανή Δημοκρατία
δομινικανός
δόνηση
δονήσιμος
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close