Διοργανώνω - ορισμός του διοργανώνω από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b4%ce%b9%ce%bf%cf%81%ce%b3%ce%b1%ce%bd%cf%8e%ce%bd%cf%89
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
13.798.827.129
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
διοργανώνω
Μεταφράσεις
διοργανώνω
(
ðiorɣa'nono
)
ρήμα
μεταβατικό (ρήμα)
οργανώνω εκδήλωση
organiser
διοργανώνω γιορτή
organiser une fête
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
δίνη
δίνομαι
δίνω
δίνω διάλεξη
δίνω σχήμα
δίνω το εναρκτήριο λάκτισμα
διογκωμένος
διογκώνω
διόδια
δίοδος
διοίκηση
διοικητής
διοικητικά
διοικητική
διοικητικό
διοικητικό συμβούλιο
διοικητικός
διοικήτρια
διοικούμαι
διοικώ
διόλου
Διόνυσος
διοξείδιο
διοξείδιο του άνθρακα
δίοπτρα
διορατικός
διορατικότητα
Διοργανώνετε μαθήματα σκι;
Διοργανώνετε μαθήματα σνόουμπορντ;
διοργανώνομαι
διοργανώνω
διοργάνωση
διόρθωμα
διορθώνω
διόρθωση
διορθωτής
διορθωτικός
διορθώτρια
διορία
διορίζομαι
διοριζόμενος
διορίζω
διορισμός
διότι
διουρητικός
διοχετεύομαι
διοχετεύω
διπλά
δίπλα
δίπλα σε
διπλανή
διπλανό
διπλάνο
διπλανός
διπλαρώνω
διπλάσια
διπλασιάζομαι
διπλασιάζω
διπλάσιο
διπλάσιος
διπλή
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close