αποπειρώμαι

Μεταφράσεις

αποπειρώμαι

attempt, bid (apopi'rome)
ρήμα μεσοπαθητικό (ρήμα)
δοκιμάζω Αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει.
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Site: Ακολουθούν: Κοινοποιήστε:
Open / Close